Δεν επαρκεί η μαστογραφία για διάγνωση καρκίνου στους πυκνούς μαστούς

Δεν επαρκεί η μαστογραφία για διάγνωση καρκίνου στους πυκνούς μαστούς

Πέτρος Μαλακάσης

Ειδικός Ακτινοδιαγνώστης Μαστού,
Διευθυντής του Απεικονιστικού Κέντρου Μαστού
& Οστεοπόρωσης Ευρωκλινική Αθηνών

Το 50% των γυναικών με πυκνό μαστό

«Οι πυκνοί μαστοί και μπορούν να κρύψουν έναν καρκίνο, αλλά και μπορούν να τον αναπτύξουν πιο εύκολα», τονίζει σε δηλώσεις του ο Ειδικός Ακτινοδιαγνώστης Μαστού Πέτρος Μαλακάσης, Διευθυντής του Απεικονιστικού τμήματος Διάγνωσης Μαστού και Οστικής Πυκνομετρίας στην Ευρωκλινική Αθηνών.

Για το ίδιο θέμα ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), εξέδωσε νέα οδηγία, σύμφωνα με την οποία οι γυναίκες με πυκνούς μαστούς θα πρέπει να ενημερώνονται ότι η μαστογραφία δεν επαρκεί για τη «θωράκισή» τους από ενδεχόμενο καρκίνο του μαστού.

Οι πυκνοί μαστοί δεν έχουν καμιά σχέση με την παχυσαρκία, αντίθετα έχουν  λιγότερο λιπώδη ιστό και περισσότερο μη λιπώδη που περιλαμβάνει τους μαστικούς αδένες, τους γαλακτοφόρους και τους ινώδεις ιστούς και δυστυχώς, μια γυναίκα δεν μπορεί μόνη της να διαπιστώσει αν έχει πυκνούς μαστούς, οι οποίοι διαγιγνώσκονται μόνο με μαστογραφία.

 «Αν σκεφθούμε ότι οι μισές περίπου γυναίκες μετά την ηλικία των 40 ετών έχουν πυκνούς μαστούς και μάλιστα των 2 πιο «πυκνών» κατηγοριών C και D, και αυτό το ποσοστό αυξάνει ακόμα περισσότερο στις νεώτερες ηλικίες, γίνεται κατανοητό γιατί θα πρέπει οι εξετάσεις σε αυτές τις περιπτώσεις να είναι πιο ενδελεχείς και να μην περιορίζονται στη μαστογραφία, η αξιοπιστία της οποίας στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι μικρότερη του 70%» προσθέτει ο κ. Μαλακάσης.

Η πυκνότητα δεν μπορεί να μειωθεί φυσικά, αλλά αυτό που μπορούν να κάνουν όσες γυναίκες έχουν πυκνούς μαστούς είναι να εξετάζονται και υπερηχογραφικά ακόμα και 2 φορές στον ίδιο χρόνο, και αν υπάρχει παράλληλα και κληρονομικό ιστορικό καρκίνου, τότε θα πρέπει να προστίθεται ως εξέταση και η μαγνητική τομογραφία.